ΜΙΚΡΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

ΜΙΚΡΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ
ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ: Η Πλάτη βρίσκεται περίπου 9 χιλιόμετρα[4] προς τα βορειοανατολικά των Φιλιατρών σε υψόμετρο 294[1][5] μέτρα και απέχει 10 περίπου χιλιόμετρα από τις ακτές του Ιονίου Πελάγους. ΙΣΤΟΡΙΑ: Το χωριό που βρίσκεται κάτω από το βουνό της Μάλης έχει μακρόχρονη ιστορία. Η παλαιότερη ονομασία του χωριού ήταν Καναλουπού, ενώ ως Πλάτη αναφέρεται από το 1956.[6][7] Πάντως το χωριό συναντάται με την ονομασία Καναλουπού ή Κανελουπού ή Καναλωπού και σε προγενέστερες βιβλιογραφικές πηγές-αναφορές. Ο οικισμός αναφέρεται, σε διάφορες απογραφές των Βενετών Προνοητών της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, οι οποίες έγιναν στο χρονικό διάστημα της τριακονταετίας (1683/84-1715), κατά την οποία οι Βενετοί κατείχαν την Πελοπόννησο. Η Καναλουπού (Canalupu), ανήκε, το 1689, στην επαρχία της Αρκαδίας (ή Αρκαδιάς, δηλαδή την περιοχή της σημερινής Κυπαρισσίας), η οποία ήταν μια από τις 4 επαρχίες, στις οποίες χωριζόταν τότε το διαμέρισμα της Μεθώνης (επαρχία Φαναριού, επαρχία Αρκαδιάς, επαρχία Ναβαρίνου και επαρχία Μεθώνης).[8] Η Καναλουπού προσαρτήθηκε στον παλαιό Δήμο Εράνης το 1835,[9] ενώ αναφέρεται, το 1853 στον β΄ τόμο των «Ελληνικών» του Ιάκωβου Ρίζου Ραγκαβή ως χωριό του Δήμου Εράνης της Επαρχίας Τριφυλίας με πληθυσμό 115 κατοίκων, με βάση την απογραφή του 1851.[10] Το 1899 μεταφέρεται από το Νομό Μεσσηνίας και υπάγεται στον Νομό Τριφυλίας,[11] για μια περίπου δεκαετία, ως το 1909, που επανέρχεται ξανά στον Νομό Μεσσηνίας,[12] ως οικισμός της Επαρχίας Τριφυλίας. Το 1912 το χωριό της Καναλουπούς αποσπάται από τον Δήμο Εράνης και εντάσσεται στην Κοινότητα Χαλαζονίου, που είχε ως έδρα το Χαλαζόνι,[13][14] ως και το 1919,[15] που η Καναλουπού αποσπάται από την κοινότητα αυτή και ορίζεται έδρα της Κοινότητας Καναλουπούς.[16] Η Καναλουπού παρέμεινε έδρα της ομώνυμης κοινότητας, από το 1919 ως το 1956, που το χωριό μετονομάζεται σε Πλάτη και η Κοινότητα σε Κοινότητα Πλάτης,[17] και συνέχισε με το νέο όνομα ως έδρα της Κοινότητας Πλάτης από το 1956 ως το 1997, όταν τότε, στα πλαίσια των αλλαγών που επήλθαν στη τοπική αυτοδιοίκηση, μέσω του σχεδίου «Καποδίστριας», υπήχθη στον κατηργημένο Δήμο Φιλιατρών,[18] ως το 2010. Από το 2011, μετά τις νέες αλλαγές του σχεδίου «Καλλικράτης» ανήκει πλέον στον νέο Δήμο Τριφυλίας.[19][4] Ο δήμος αυτός, συστάθηκε με το Πρόγραμμα Καλλικράτης με την συνένωση των προϋπαρχόντων δήμων Αετού, Αυλώνος, Γαργαλιάνων, Κυπαρισσίας, Φιλιατρών και την κοινότητα Τριπύλας. ΑΠΟ http://www.hellenicaworld.com/Greece/Geo/gr/PlatiMessinias.html

Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2017

Τα υφάσματα που... σκεπάζουν μυστήρια της αρχαιότητας

15/1/2017

 

 

 

Είναι ο μεγάλος άγνωστος της ελληνικής αρχαιολογίας, καθώς μέχρι τις αρχές της τελευταίας δεκαετίας, η κυρίαρχη άποψη ήταν ότι στην Ελλάδα δεν ανακαλύπτονται υφάσματα λόγω του κλίματος που δεν βοηθάει στη διατήρησή τους. 

Οπως διαβεβαίωσαν αρχαιολόγοι και συντηρητές στην ειδική ημερίδα για το Αρχαίο Υφασμα που έγινε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, η εικόνα αυτή έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Εχουν βρεθεί σπαράγματα -τις περισσότερες φορές πολύ μικρώνδιαστάσεων- σε διάφορες ανασκαφές, όπως του μετρό της Αθήνας, σύμφωνα και με τη δρα Στέλλα Σπαντιδάκη.
Το παλαιότερο ύφασμα που έχει φτάσει μέχρι τις μέρες μας είναι αυτό από το Λευκαντί της Εύβοιας, που χρονολογείται στον 10 αιώνα π.Χ. Σ΄ έναν μεγάλο χάλκινο κρατήρα, δίπλα στον σκελετό της γυναίκας βρέθηκαν τα καμένα οστά ενός άντρα, τυλιγμένα σε λινό χιτώνα, με σιδερένια όπλα ξίφος, αιχμή, λόγχη και πέτρινο ακόνι, που επιβεβαιώνουν πως ήταν ή στρατηγός ή μέλος βασιλικής οικογένειας.
Η Ειρήνη Σ. Λαιμού, διευθύντρια της ανασκαφής στην Ξερόπολη, παρουσίασε το ύφασμα που ήταν τυλιγμένα τα οστά μέσα στην υδρία, χάρη στην οποία και διατηρήθηκε καθώς ερχόταν σε επαφή με τα χάλκινα τοιχώματα και τα οξείδια του χαλκού επιβράδυναν την αποσύνθεσή του. Είναι λινό, μήκους 1,4 μ. και αποτελεί το πιο σπουδαίο εύρημα. Φέρει ένα άνοιγμα για το κεφάλι, αλλά δεν έχει μανίκια, θα ήταν ίσως ποδήρης ανδρικός χιτώνας. Είναι λεπτοϋφασμένο και στολισμένο με κοσμήματα και γεωμετρικά σχήματα. Στο πάνω μέρος γύρω γύρω είναι φτιαγμένο με μικρές κλωστές σε κόμπους ενώ στο κάτω μέρος είναι αδιακόσμητο.

Δύο πόλοι
 
Η Στέλλα Σπαντιδάκη, μιλώντας για την υφαντουργία στην Αττική κατά την κλασική περίοδο, είπε πως υπήρχαν δύο πόλοι, ο οίκος και τα εργαστήρια. 

Στον οίκο κατασκευάζονταν ενδύματα και υφάσματα οικιακής χρήσεως από τις γυναίκες του σπιτιού, ελεύθερες και µη, οι οποίες ήταν υπεύθυνες για όλα τα στάδια της κατασκευής από την αρχή έως το τέλος. Οι γυναίκες μυούνταν σε αυτήν τη δραστηριότητα από τρυφερή ηλικία. 


Παράλληλα, τα υφάσματα αποτελούσαν σημαντική βιοτεχνική δραστηριότητα που λάμβανε χώρα εκτός του οίκου, σε χώρους εργαστηριακού τύπου. Εκεί εργάζονταν κυρίως άντρες, ελεύθεροι και δούλοι, αλλά και απελεύθερες γυναίκες που αναφέρονται στις γραπτές πηγές ως ταλασιουργοί.
Ξεχωριστά υλικά
Ως πρώτες ύλες χρησιμοποιούνταν, ως επί το πλείστον, το μαλλί και το λινάρι, στις οποίες προστίθενταν και τα εξωτικά κάνναβη και βαμβάκι, και πιθανότατα το άγριο µετάξι, αν και το τελευταίο δεν έχει ακόμα επιβεβαιωθεί ανασκαφικά. 

Οι γραπτές πηγές μιλούν για πληθώρα χρωστικών ουσιών, φυτικών και ζωικών, εκ των οποίων η μόνη που έχει ταυτιστεί στα υφάσματα της Αττικής είναι η πορφύρα.
Ενα σπουδαίο παράδειγμα χρυσοΰφαντου πορφυρού υφάσματος είναι αυτό που βρέθηκε στη χρυσή λάρνακα από τον προθάλαμο του μακεδονικού τάφου ΙΙ της Μεγάλης Τούμπας στη Βεργίνα του 4ου αι. π.Χ., το οποίο τύλιγε τα οστά της νεκρής μετά την καύση. Το παρουσίασε η Στέλλα Δρούγου, συνεργάτιδα του Μανόλη Ανδρόνικου κατά την ανασκαφή του τάφου, που αποδόθηκε στον Φίλιππο. 
Οπως μάλιστα είπε κατά την παρουσίαση, σε ανάλογο ύφασμα ήταν τυλιγμένα και τα οστά του άνακτα, αλλά δεν διασώθηκε κάτι από αυτό και έτσι παραμένει μόνο η οπτική μαρτυρία των παρόντων όταν ανοίχτηκε η λάρνακα.
Το χρυσοΰφαντο ύφασμα του προθαλάμου έχει δύο ανεξάρτητα κομμάτια του ιδίου τραπέζιου σχήματος με ίδιο σχεδόν μέγεθος και διακόσμηση. 
Το σχήμα το οποίο σώζεται αποτελείται από δύο τραπεζοειδή κομμάτια τα οποία πρέπει να αποτελούσαν τις ποικιλμένες άκρες ενός μακρόστενου, ακόσμητου πορφυρού υφάσματος.

Αποσύνθεση
 
Το φόντο του υφάσματος είναι χρυσό και επάνω σ' αυτό προβάλλει η πορφυρή κόσμηση. Εχει υφανθεί με χρυσές κλωστές ενώ τα τμήματα της πορφύρας είναι εντελώς αποσυντιθεμένα αποτελώντας μία ενιαία υδαρή μάζα. Το πιο πιθανό, κατά τον Ανδρόνικο, ήταν ότι η πορφύρα ήταν κατασκευασμένη από μάλλινα νήματα.

Η τεχνική της ύφανσης είναι η υφαντοπλεκτική (tappiserie) κατά την οποία ο μεγάλος αριθμός των υφαδιών -χρυσές ταινίες και μάλλινες πορφυρές κλωστές- καλύπτει τελείως τα μάλλινα προρφυρά στημόνια, που δεν σώζονται. Η τεχνική δυσκολία της κατασκευής του υφάσματος, ο πλούτος των υλικών που χρησιμοποιούνταν και η πολυπλοκότητα του κοσμήματος το καθιστούν μοναδικό κομμάτι μιας τέχνης που υποδηλώνει τον υψηλό πολιτισμό της εποχής της.

ΑΠΟ http://www.ethnos.gr/

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: